Εκείνος ούτε καν τριάντα, εγώ κοντά στα σαράντα. Στην ίδια δουλειά κι οι δυο . Ένα απόγευμα που πλήτταμε όλοι θαvάσιμα έρχεται ο κολλητός -κι εκείνος συνάδελφος και φίλος καρδιάς- και μου λέει «μαρή, ο πιτσιρικάς σε γουστάρει». Άντε καλέ, απάντησα, πού το ξέρεις, τον ρώτησα. Το μυαλό μου στρόφαρε γρήγορα, γιατί όχι σκέφτηκα, μόνη είμαι, διαθέσιμη, γιατί να μην παίξω λίγο.
Τον πλησιάζω με ύφος μοιραίο, με τη σιγουριά που μου δίνουν οι εμπειρίες της ηλικίας μου και ναζιάρικα του λέω «αφού μένουμε κοντά, θα σου κάνει κόπο να πηγαίνουμε μαζί ως τη στάση, να μην περπατάω μόνη μου μες στα σκοτάδια;». Ξαφνιάστηκε, αλλά φυσικά δε μου αρνήθηκε. Από εκείνη τη διαδρομή ως τη στάση και κατά την αναμονή να περάσει το λεωφορείο ξεκίνησαν όλα. Ξαφνιάστηκε, αλλά φυσικά δε μου αρνήθηκε. Από εκείνη τη διαδρομή ως τη στάση και κατά την αναμονή να περάσει το λεωφορείο ξεκίνησαν όλα.
Τρελαμένη που ένας πιτσιρικάς με ήθελε, η αυτοπεποίθησή μου έφτασε στα ύψη. Θα μπλέξουμε σκεφτόμουν και του το ‘λεγα. Και τελικά μπλέξαμε. Εκείνος ήταν ένα γλυκό αγόρι, μπορούσαμε να συζητήσουμε, με μάθαινε πράγματα, με πρόσεχε, μ’ έκανε να νιώθω μοναδική. Κι έτσι εpωτευτήκαμε και γίναμε ζευγάρι. Και τότε, όταν συνειδητοποίησα τι έγινε, όταν ξεπέρασα τις αναστολές για τη διαφορά ηλικίας, του εξηγήθηκα όπως νόμιζα πως είναι σωστό. «Είμαι μια γυναίκα με τα προβλήματά μου, συντηρώ ένα σπίτι, έχω ιδιαιτερότητες σαν χαρακτήρας, αντέχεις;». Αντέχω, αποκρίθηκε και μου ‘πιασε το χέρι, πάμε κι όπου βγει.
Η καθημερινότητα εκπληκτική. Μαζί στη δουλειά, μαζί στη ζωή. Κάναμε τις βόλτες μας, βλέπαμε τις ταινίες μας, δεν υπήρχε μέρα που να μην κάνουμε έp ωτα με πάθος, που όπως προανέφερα εξελίχθηκε σε κάτι μαγικό. Η νεότητά του, το μυαλό του, τα μάτια του με πλημμύριζαν μ’ απίστευτη δύναμη κι αισιοδοξία. Ήμουν ευτυχισμένη, τα είχα όλα κι ήμουν ευγνώμων, ένιωθα μικρό κορίτσι που ‘κανε τα πρώτα του βήματα σε σχέση.
Χοροπηδούσα, τραγουδούσα, χόρευα ακόμα και μέσα στο δρόμο. Γελούσαμε με την καρδιά μας και τίποτα δε φαινόταν ότι απειλούσε αυτό που είχαμε χτίσει. Κάποιες βέβαια φορές τον έβλεπα μαζεμένο ίσως και φοβισμένο. Δεν έδωσα σημασία. Καβγαδίζαμε, είχαμε διαφορετικές απόψεις σε κάποια θέματα, με πιο σημαντικό τον τομέα των σχέσεων. Εγώ υποστήριζα πως ο έpωτας δεν είναι μονογαμικός και πως κανείς δεν είναι κανενός. Εκνευριζόταν και ανταπαντούσε πως το να είσαι πιστός σε μια σχέση είναι το αυτονόητο. Οι μήνες κυλούσαν, ήρθαν και τα σ’ αγαπώ και τα δεν μπορώ χωρίς εσένα.
Χιλιάδες μηνύματα και τηλέφωνα μέχρι να βρεθούμε. Άνοιγα τα μάτια μου κι η πρώτη σκέψη ήταν εκείνος. Συνειδητοποιούσα πως ήταν η πρώτη μου πραγματική, τίμια κι ειλικρινής σχέση μετά από πολλά χρόνια. Δόθηκα, αφέθηκα άνευ όρων κι ορίων, το ευχαριστήθηκα και πότε δεν το μετάνιωσα. Άρχισα να κάνω πρόγραμμα για το μέλλον, να συγκατοικήσουμε, να φτιάξουμε ένα υπέροχο σπιτάκι κι αν όλα πάνε καλά, γιατί να μην το δούμε και σοβαρά; Συμφωνούσε, αλλά μάλλον μόνο για να μη μ’ εκνευρίσει και τσακωθούμε.
Ώσπου ήρθε η στιγμή που άρχισε ν’ αφιερώνει πολύ χρόνο στους φίλους του. Ήταν μαζί μου και μόλις τον ειδοποιούσαν ότι είναι έξω, έτρεχε βολίδα. Έτρεχα με χίλια, ενώ εκείνος περπατούσε χαλαρά κι απλά μ’ ακολουθούσε για ν’ αποφεύγει τους καβγάδες. Κάποια στιγμή όμως δεν τους αποφύγαμε και τα πάντα ανατράπηκαν.
Δεν μπορώ, δεν αντέχω, με πνίγεις, δε θέλω να μείνουμε μαζί, δεν είμαι έτοιμος, δε θέλω ν’ αναλάβω ευθύνες. Δε σε θέλω, μου τελείωσες, άσε με ήσυχο. Το ευαίσθητό μου αγόρι είχε μετατραπεί σε τέρας. Φοβήθηκα. Δεν μπορούσα να πιστέψω τι άκουγα και τι έβλεπα. Κλάματα , υστερίες, φωνές, παρακάλια, βρισιές, απειλές, όλα τα ‘κανα κι αυτό που κατάφερα ήταν να εξαφανιστεί, μπλοκάροντάς με από παντού. Είχα κι άδεια απ’ τη δουλειά και δεν μπορούσα να τον δω να του μιλήσω. Η οργή, ο θυμός, η πίκρα και πολλά άλλα αρνητικά συναισθήματα εναλλάσονταν.Τα είχα χαμένα, εγώ, η έμπειρη σαραντάρα είχα χάσει την μπάλα. Εκείνος, μάθαινα, ψύχραιμος κι αποφασισμένος. Έκλαψα, πόνεσα, έπεσα στα πατώματα, μέθυσα, πέρασα όλα τα στάδια του χωρισμού. Κι όταν επιτέλους η μπόρα μέσα μου καταλάγιασε, σκέφτηκα λογικά.
Απ’ την αρχή γνώριζα πως δύσκολα η σχέση αυτή θα κρατούσε. Είχα να κάνω μ’ ένα παιδί. Δεν ήθελε να μεγαλώσει, φοβόταν τις ευθύνες. Δεν μπόρεσε και δεν ήθελε να μπει στο τριπακι του σοβαρού δεσμού. Συνειδητοποίησα, όσο κι αν με πονούσε, πως είμαστε σε διαφορετικές φάσεις ζωής. Εκείνος ήθελε ν’ αποκτήσει κι άλλες εμπειρίες, ενώ εγώ ήμουν πλήρης μ’ ό,τι είχα ζήσει, δεν είχα απωθημένα, στόχος μου ήταν ένας σύντροφος ζωής.
Δεν του κρατώ κακία, έχουν μείνει στο μυαλό μου μόνο οι γλυκές αναμνήσεις, μόνο οι υπέροχες στιγμές που περάσαμε μαζί. Νιώθω ευγνωμοσύνη που ήρθε στη ζωή μου, γιατί έβγαλε στην επιφάνεια ένα κομμάτι του εαυτού μου που είχα κρύψει καλά μέσα μου κι είχα ξεχάσει πως υπάρχει. Μου έβγαλε την αγνότητά μου, μου θύμισε τι ομορφιά κρύβει το να ‘σαι σωστός, πιστός και τίμιος σε μια σχέση. Νόμιζα πως απ’ όλες τις άσχημες σχέσεις που είχα περάσει, δε θα ‘χα την ικανότητα πότε ν’ ανταποκριθώ και πάλι σε μια σχέση. Κι όμως, τα κατάφερα. Κι είμαι περήφανη, γι’ αυτό του είμαι ευγνώμων, αφού εκείνος μου ‘δειξε το δρόμο. Δεν έχει σημασία που δεν τον συνέχισε μαζί μου, μου ‘δωσε όμως πολύτιμα εφόδια να τον διαβώ μόνη μου. Μου υπενθύμισε ν’ αγαπώ και να σέβομαι τον εαυτό μου κι έπειτα τον άνθρωπο.
Δεν έχει σημασία που δεν τον συνέχισε μαζί μου, μου ‘δωσε όμως πολύτιμα εφόδια να τον διαβώ μόνη μου. Μου υπενθύμισε ν’ αγαπώ και να σέβομαι τον εαυτό μου κι έπειτα τον άνθρωπο που είναι πλάι μου. Κι όσο για το χωρισμό, τι να γίνει, πάντα υπάρχει ένα τίμημα όταν μαθαίνεις κάτι.
Κι αν με ρωτήσετε αν πιστεύω πως η σχέση έληξε λόγω διαφοράς ηλικίας, όχι θα σας απαντήσω, γιατί τελικά η ωριμότητα δεν έχει να κάνει με το πόσο χρονών είσαι, αλλά με το τι χαρακτήρα έχεις.
της Ευφροσύνης Γ. Αναστασοπούλου